Χτυποῦσα τὰ χέρια μου στὰ γαλάζια κρύσταλλα τ’ οὐρανοῦ σὲ κατάμαυρο μέλλον ἐξοντωμένος. Ἤτανε Σάββατο κι ὁ φτωχὸς Ἰησοῦς ὁ ξιπόλητος ἐρωμένος τῆς ἀγωνίας ὁ ξέχειλος ἀπ’ τὴ σκιὰ τῶν λαῶν ἐπιστάτης περίμενε τὰ χαρωπὰ γραΐδια στὸ μισόφωτο. Βγάζει ψαλμὸ σὰ νὰ ποτίζει περιβόλια ὁ τρεμουλιάρης ἱερέας κι ὁ καθαρὸς ἀέρας ὁ ὑπνοφόρος. Εὐρώπη, Εὐρώπη δὲν εἶσαι τίποτ’ ἄλλο, εἶσαι μονάχα ἡ συνέχεια τοῦ Βαραββᾶ! Ἀπὸ τὴν συλλογὴ «Χορταριασμένα χάσματα» 1974 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου