Η συζήτηση που άρχισε εντός της ελληνικής αριστεράς πριν από ένα χρόνο – με τον ερχομό του Μνημονίου – συνεχίζεται και εντείνεται, καθώς νέα στοιχεία προστίθενται, χωρίς παρόλαυτά να παράγει κάποιο εντυπωσιακό αποτέλεσμα σε σχέση με το διαταύτα που δεν μπορεί να είναι άλλο από την αποτελεσματικότητα της παρέμβασής της και την αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών.
Με επίγνωση ότι δεν υπάρχει μία, φαεινή ιδέα που να ξεκλειδώνει όλους τους γρίφους και τις αντιφάσεις που γεννά η κρίση και σημειώνοντας πως οι υπεραπλουστεύσεις δεν βοηθούν, προτείνουμε, σαν συμβολή σ’ αυτή τη δύσκολη συζήτηση, συνοπτικά και ίσως κάπως «αφοριστικά», τα παρακάτω σημεία:
- Εποχή παγκόσμιας και πολύπλευρης καπιταλιστικής κρίσης …
Η κρίση χρέους δεν είναι (μόνο ή κυρίως) ελληνική αλλά κρίση της ΕΕ, του Ευρώ και γενικότερα παγκόσμια, βαθιά και πολύπλευρη (οικονομική, κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική, οικολογική) καπιταλιστική κρίση.
Η κρίση αυτή είναι ταυτόχρονα κρίση και του κεφαλαίου και της εργασίας. Δεν υπάρχει τρόπος να λυθεί με ευνοϊκό τρόπο και προς τις δύο πλευρές. Η διέξοδος απ’ αυτήν θα είναι ταυτόχρονα και η επιβολή των συμφερόντων της μιας πλευράς σε βάρος της άλλης. Ακριβώς γι αυτόν τον λόγο και καθώς η κρίση είναι ευρωπαϊκή και διεθνής δεν υπάρχει τρόπος να λυθεί οριστικά αλλά ούτε και για μακρό χρονικό διάστημα σε μία μόνο χώρα.
Ο πόλεμος στην Λιβύη και τα παιχνίδια ηγεμονίας μεταξύ των συμμετεχόντων στην ιμπεριαλιστική επέμβαση, εμφανίζεται ως μια ακόμη πτυχή των αντιφάσεων εντός της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης.
Ακόμη και τα αποτελέσματα μιας φυσικής καταστροφής, όπως ο σεισμός και το τσουνάμι στην Ιαπωνία, συμβάλουν σήμερα στην αβεβαιότητα του παγκόσμιου καπιταλιστικού κρισιακού πλαισίου αναδεικνύοντας με τον πιο τραγικό τρόπο, μέσω της πυρηνικής καταστροφής, τι σημαίνει η πρωτοκαθεδρία του κέρδους έναντι των ανθρώπινων ζωών.
- … εποχή πολέμων, καταστροφών και επαναστάσεων
Οι αραβικές εξεγέρσεις δίνουν μαθήματα για την κατανόηση της κίνησης του λαού ξαναθυμίζοντας την επικαιρότητα των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων, τον ιστορικό ρόλο και την δύναμη του λαϊκού παράγοντα όταν εισέρχεται ορμητικά και μαζικά στο προσκήνιο. Οι δυνάμεις και οι δυνατότητες αυτές εμφανίζονται και στον δυτικό κόσμο, στην Ευρώπη, με το πρόσφατο εντυπωσιακό παράδειγμα της λαϊκής κινητοποίησης στο Λονδίνο, στο Ουισκόνσιν των ΗΠΑ καθώς βέβαια και στην κίνηση του κόσμου της εργασίας και του λαού γενικότερα στην ίδια μας την χώρα.
- Εποχή «αποϊδεολογικοποίησης» και κυριαρχίας του Μεταμοντερνισμού – κρίση των πολιτικών εκπροσωπήσεων
Αυτή η εποχή της βαθιάς κρίσης χαρακτηρίζεται ταυτόχρονα από την «απονομιμοποίηση» στα μάτια της μείζονος κοινωνίας των πάλαι ποτέ κραταιών ιδεολογιών και κοσμοθεωριών. Είναι η εποχή των μεταμοντέρνων προσεγγίσεων. Την ώρα που το αστικό στρατόπεδο με (νέο) ιδεολογικό πλαίσιο την αποθέωση του ανορθολογισμού και της υποκειμενικότητας προχωρά, λόγω της κρίσης, σε διαρκώς εντεινόμενες επιλογές καταστολής έναντι της συναίνεσης, στο εργατικό – σοσιαλιστικό στρατόπεδο, οι «παραδοσιακές» εκφωνήσεις και οι ιστορικές και ιδεολογικοθεωρητικές αναφορές της αριστεράς φαίνονται πως είναι άμοιρες μαζικού κοινωνικού ακροατηρίου.
Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι η γενικευμένη κρίση των πολιτικών εκπροσωπήσεων που εμφανίζεται ως «κρίση του πολιτικού συστήματος» κρύβοντας πίσω απ’ αυτήν την κατ’ ουσία γενική κοινωνική κρίση ως κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και όχι απλά της διαχείρισής του.
- Το πολιτικό κενό της σοσιαλδημοκρατίας και η πρόκληση για την σύγχρονη, μαζική αριστερά
Στο (ευρωπαϊκό και όχι μόνο) πολιτικό σκηνικό εμφανίζεται το κενό του μαζικού ρεφορμιστικού πολιτικού φορέα ως αποτέλεσμα της ιστορικής ήττας της σοσιαλδημοκρατίας (προσχώρηση στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο) που κάλυπτε επί πολλές δεκαετίες τον χώρο. Σήμερα (διαδικασία που εξελίσσεται όλες τις τελευταίες δεκαετίες) η σοσιαλδημοκρατία δεν προτείνει πια μεταρρυθμιστικά προγράμματα και πολύ περισσότερο δεν αναφέρεται σε καμιά εναλλακτική στρατηγική.
Αυτό σημαίνει – και ιδιαίτερα σήμερα στην Ελλάδα – πως εγκαταλείπει μια σειρά από καθήκοντα που κατά προτεραιότητα εκτελούσε προς την εργατική τάξη, κύρια στο συνδικαλιστικό πεδίο ηγούμενη των σοβαρότερων εργατικών κινημάτων στις δεκαετίες του ’80 και ’90 (άσχετα εάν ταυτόχρονα πρόδιδε ή ανέκοπτε την προοπτική τους).
Αυτά τα καθήκοντα και αυτό το πολιτικό κενό καλείται να το καλύψει η αριστερά ή αντίστροφα η αριστερά που χρειαζόμαστε θα κριθεί από την ικανότητά της να καλύψει τα καθήκοντα και το πολιτικό κενό που έχει δημιουργηθεί.
- Πολυδιασπασμένη, εσωστρεφής και ανέτοιμη για την ιστορική πρόκληση η ελληνική αριστερά
Η αριστερά συζητά στο «εσωτερικό» της και κάθε τμήμα – ρεύμα προσπαθεί να πείσει τα άλλα παρά την κοινωνία. Απ’ αυτή τη σκοπιά η «ενότητα της αριστεράς» είναι κενή περιεχομένου καθώς αποτελεί ανέφικτο στόχο. Οι παραπάνω λόγοι αιτιολογούν τη δυσκολία της ελληνικής αριστεράς να διεξάγει τη συζήτηση για την εναλλακτική λύση και διέξοδο με τη συμμετοχή πραγματικά μαζικού κοινωνικού ακροατηρίου. Οι αντιφάσεις αυτής της διαδικασίας εντείνονται καθώς η συζήτηση αυτή δε διεξάγεται απλώς ανάμεσα σε «σχολές», ρεύματα και πολιτικά σχέδια, αλλά ανάμεσα σε ένα πλήθος μικρότερων και μεγαλύτερων οργανώσεων, κομμάτων και μηχανισμών που προβάλουν η καθεμιά ως ανυπέρβλητη αυταξία.
- Το ουσιαστικό ερώτημα είναι «σε ποιόν απευθύνεσαι»;
Με άλλα λόγια μπορεί να υπάρξει μαζική αριστερή – αντικαπιταλιστική πολιτική σήμερα;
Μαζική ώστε να διεκδικήσει να καλύψει το πολιτικό κενό του ρεφορμισμού, της σοσιαλδημοκρατίας στην εποχή των «μεταρρυθμιστών χωρίς μεταρρυθμίσεις». Αριστερή και αντικαπιταλιστική ώστε να απευθύνεται ξεκάθαρα και κατά απόλυτη προτεραιότητα στον κόσμο της εργασίας (ανάγνωση της κρίσης ως κρίση της εργασίας) και δι’ αυτού στην πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία (εν δυνάμει κοινωνική συμμαχία ενάντια στο μνημόνιο και τα κυβερνητικά μέτρα - εργαζόμενων, ανέργων, μικρομεσαίων στρωμάτων, αγροτών, νεολαίας, γυναικών, μεταναστών κ.λ.π. - με σαφή ηγεμονία των συμφερόντων και των αιτημάτων της εργατικής τάξης).
Ο κρίσιμος παράγοντας σ’ αυτή τη συζήτηση δεν είναι το νόμισμα (ευρώ ή δραχμή) και εν γένει η οικονομία ως έκφραση των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά ο ταξικός και πολιτικός συσχετισμός, η ανατροπή στο πεδίο των ταξικών παραγωγικών σχέσεων.
Μαζική πολιτική δεν μπορεί να προκύψει μόνο ή κυρίως με την χρήση της ιδεολογικής προπαγάνδας. Πολύ περισσότερο στην «μεταμοντέρνα εποχή». Οι ιδέες και η θεωρία είναι ο κρίσιμος παράγοντας όμως η πολιτική και εν προκειμένω αυτή που μπορεί να εξασφαλίσει την απαιτούμενη συγκέντρωση δύναμης και ταυτόχρονα τους όρους για την μαζική απήχηση των σοσιαλιστικών ιδεών είναι αυτή που μετατρέπει τις ιδέες σε υλική δύναμη και συσχετισμό. Έτσι δεν αρκεί να βαφτιστεί η έξοδος από το ευρώ αντικαπιταλιστική, αλλά το κύριο είναι πώς θα διαμορφωθούν οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί γι αυτό και αντίστοιχα δεν αρκεί να προπαγανδίζεται η δυνατότητα αριστερής πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ, αλλά να αποδεικνύεται ότι μπορεί μια τέτοια γραμμή να πείθει τους λαούς της Ευρώπης γι αυτό και να τους κινητοποιεί σε κατεύθυνση σύγκρουσης με την σημερινή ΕΕ.
Ταυτόχρονα δεν είναι αριστερή και αντικαπιταλιστική η πολιτική που δεν απευθύνεται ξεκάθαρα και κατά προτεραιότητα στον κόσμο της εργασίας.
Δεν είναι αντικαπιταλιστική πολιτική οι θέσεις που απορρέουν από την αποδοχή της ΕΕ και του ευρώ ως «ταμπού» καθώς εγκλωβίζονται και εν τέλει υπηρετούν το κυρίαρχο αστικό πλαίσιο. Ο αριστερός ευρωπαϊσμός έχει καταλήξει στην ουρά του αστικού κοσμοπολιτισμού.
Δεν είναι αντικαπιταλιστική πολιτική οι θέσεις που συσκοτίζουν την διάκριση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, ιδιαίτερα εντός της κρίσης, παραπέμποντας σε κάποια «εθνική διέξοδο» με τον υπαινιγμό της μεταφοράς εντός του εθνικού πλαισίου του ευρωπαϊκού και διεθνούς καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας – θέση πρωτίστως ανέφικτη, αλλά και ακραία αντεργατική και αντιλαϊκή. Πολύ περισσότερο δεν είναι αντικαπιταλιστική πολιτική η απορρέουσα από την παρωχημένη σταλινική θεωρία της εξάρτησης και των σταδίων (επί το λαϊκότερο θεωρία της «ψωροκώσταινας») η οποία αδυνατεί να περιγράψει τον σύγχρονο κόσμο.
Απέναντι στο «ευρώ – ταμπού» δε νομιμοποιείται ως αριστερή, αντικαπιταλιστική θέση η «δραχμή – ταμπού». Μια τέτοια αντίληψη κινδυνεύει σοβαρά να οδηγηθεί στην ουρά του πλέον κυρίαρχου αστικού ιδεολογήματος – του εθνικισμού.
- Σήμερα μπορεί να υπάρξει μαζική αριστερή πολιτική και μάλιστα δεν μπορεί παρά να είναι ουσιαστικά αντικαπιταλιστική καθώς δεν υπάρχουν περιθώρια για ποικιλία επιλογών διαχείρισης
Στην προτεραιότητα πρέπει να μπει ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας και η κίνησή του, η δρώσα κοινωνία, η κοινωνική συμμαχία με επικεφαλής την εργατική τάξη και τα αιτήματά της. Είναι η ίδια η κίνηση και η αυτενέργεια του κόσμου που αντιστέκεται, που διαμορφώνει όρους ταξικής συνείδησης και ως υποκείμενο της ανατροπής και της ιστορικής αλλαγής μπορεί να δώσει νόημα και προοπτική στην εναλλακτική λύση και διέξοδο. Χρειαζόμαστε μια προσέγγιση που θα εξοπλίζει τον ίδιο τον κόσμο ώστε να διαβεί (ξανά) τους δρόμους της αυτομόρφωσης, αυτοοργάνωσης και εν τέλει απελευθέρωσης κτίζοντας εκ νέου την «κόκκινη κλωστή» της «μνήμης του κινήματος». Η αριστερά που χρειαζόμαστε πρέπει να αποδειχτεί χρήσιμη σ΄ αυτή του την κίνηση προσφέροντας υλικά στηρίγματα, παραδείγματα και εν τέλει και δι’ αυτών, τα κριτήρια που να την υποστηρίζουν και να την διευκολύνουν.
Δείχνοντας πραγματική εμπιστοσύνη στην δύναμη και την αυτενέργεια των μαζών ώστε να ξαναδιδάσκεται απ’ αυτές προκειμένου να διαμορφώσει την κατάλληλη και αποτελεσματική πολιτική γραμμή.
Όσο δεν αντιστοιχίζεται η διάθεση του κόσμου και μάλιστα των πρωτοπόρων μειοψηφιών (αριστεροί ανένταχτοι αλλά και οργανωμένοι) που πρωτοστατούν στις αντιστάσεις και τα κινήματα, μ’ ένα σχέδιο οργανωτικής και πολιτικής συγκέντρωσης δύναμης της αριστεράς (ενότητα) τόσο μεγαλώνουν οι πιέσεις της απογοήτευσης και της αποστράτευσης.
- Κεντρική έννοια μεταβατικής χρησιμότητας και αξίας είναι η Δημοκρατία
Εμφανίζεται ως κοινωνική κραυγή σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής καθώς συνδέει την απαίτηση για συμμετοχή και συγκέντρωση δύναμης με τα πιο βαθιά και ουσιαστικά ταξικά, αριστερά, αντικαπιταλιστικά περιεχόμενα όπως ο κοινωνικός και εργατικός έλεγχος και η κοινωνική δικαιοσύνη.
Κατ’ ουσία αυτό συμβαίνει γιατί η εξέλιξη της κρίσης και οι συστημικές επιλογές σε Ευρώπη και Ελλάδα είναι συνυφασμένες άρρηκτα με την υποχρεωτική περιστολή της δημοκρατίας με βάση τις κατακτήσεις όλου του προηγούμενου αιώνα. Η απαίτηση για δημοκρατία σήμερα σημαίνει την σύγκρουση με τις συστημικές, αστικές επιλογές σε όλα τα επίπεδα.
Η έννοια της Δημοκρατίας μαζί με τις έννοιες της Συλλογικότητας και της Αλληλεγγύης, με τις οποίες είναι εξάλλου σύμφυτη από σοσιαλιστική σκοπιά, αποτελούν ένα σημαντικό τρίπτυχο «μεταβατικών εννοιών» – βάση για την οικοδόμηση της αριστεράς που χρειαζόμαστε σήμερα.
- Δημοκρατία σχετικά με το πολιτικό σύστημα και την λειτουργία του: «να φύγει η κυβέρνηση»
Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει γιατί εξαπάτησε τον λαό και παραβιάζει την λαϊκή εντολή καθώς εκτελεί εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα από την προεκλογική της υπόσχεση για αναδιανομή. Η θέση αυτή διαρκώς ενισχύεται με κάθε νέα αυθαίρετη και «παράνομη» απόφαση όπως η πρόσφατη για εκποίηση δημόσιας περιουσίας ύψους 50 δις ή η συμμετοχή της χώρας στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στην Λιβύη.
Το αίτημα αυτό δεν αδυνατίζει καθόλου από την πίεση του ερωτήματος ποια κυβέρνηση θα διαδεχθεί αυτή που θα φύγει. Το κέντρο του επιχειρήματος είναι πως αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει υπό την πίεση της λαϊκής απαίτησης και του κινήματος όπως πρέπει να φεύγει και κάθε κυβέρνηση που λειτουργεί ανάλογα. Την εναλλακτική απάντηση διεκδικεί να τη δώσει η αριστερά.
Από την σκοπιά αυτή το ανάλογο αίτημα, σύνθημα για την σχέση της κυβέρνησης με την Τρόικα δεν είναι το «εθνική ανεξαρτησία» αλλά το απολύτως πιο κατάλληλο και ακριβές «λαϊκή κυριαρχία».
- Δημοκρατία σχετικά με το ζήτημα του χρέους: το κεντρικό σημείο είναι να το αποκηρύξει η κοινωνία, ο λαός, η εργατική τάξη
Αυτό δεν εξαρτάται από την οξύτητα και την καθαρότητα της εκφωνούμενης θέσης της αριστεράς – η οποία πάντως πρέπει να αρνείται την νομιμότητα του χρέους - εάν δηλαδή θα πει στάση πληρωμών με διαγραφή όλου ή μέρους, επαναδιαπραγμάτευση με σκοπό να …κ.λ.π. αλλά από το ποιος θα βάλει τους όρους στην διαδικασία αυτή, το κεφάλαιο, οι αγορές ή ο κόσμος της εργασίας που καλείται να πληρώσει. Το κεντρικό ζήτημα είναι η ανατροπή των μέτρων και μάλιστα η αντιστροφή της όλης πορείας και όχι η διευθέτηση σε ένα σημείο ήττας.
Όσο υποχωρεί το ιδεολόγημα «τα φάγαμε μαζί» τόσο απελευθερώνεται η κοινωνική δυνατότητα αντίστασης. Η ιδέα για την συγκρότηση κινηματικής Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου εξυπηρετεί τον στόχο της απονομιμοποίησης του χρέους στα μάτια και την συνείδηση της κοινωνίας και αντίστοιχα της νομιμοποίησης ως ρεαλιστική δυνατότητα, της διαγραφής του.
- Δημοκρατία σχετικά με την οικονομία γενικά
Στα ζητήματα της οικονομίας η έννοια της Δημοκρατίας αναδεικνύει τον πυρήνα της ταξικής πραγματικότητας βάζοντας σε προτεραιότητα τα αιτήματα – συνθήματα του «κοινωνικού και εργατικού ελέγχου», νοηματοδοτώντας έτσι ταξικά τις επιλογές εθνικοποίησης – κρατικοποίησης του τραπεζικού συστήματος (συνολικά και χωρίς αποζημίωση) καθώς και των κεντρικών πυλώνων της παραγωγής των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών και ταυτόχρονα το περιεχόμενο του «κοινωνικού κράτους».
Στην ίδια κατεύθυνση κεντρικά είναι τα επιχειρήματα που βάζουν στο στόχαστρο όχι μόνο το ντόπιο πολιτικό σύστημα της διαπλοκής και της μίζας, αλλά και το ντόπιο κεφάλαιο, τράπεζες, κατασκευαστικές, εφοπλιστές, βιομήχανους κ.λ.π. όπως π.χ. τα 100 και πλέον δις από το κράτος προς τις τράπεζες, τις πολεμικές δαπάνες, την αναντιστοιχία στην εξέλιξη των μισθών στα χρόνια των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ και της «ανάπτυξης», αλλά και της επιβάρυνσης του χρέους. Απαιτώντας επίσης βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και το σταμάτημα της διαρκούς νόμιμης και παράνομης επιδότησής του από το κράτος.
- Δημοκρατία σχετικά με το υποκείμενο της αριστεράς
Το αίτημα για δημοκρατία αποτελεί πλέον κοινή εμπειρία και από την διαδρομή (και την αποτυχία του να ανταποκριθεί) του ΣΥΡΙΖΑ και από την αντίστοιχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (που μένει να δούμε τι θα συμβεί) σαν αίτημα της «αριστεράς των μελών της».
Η προσπάθεια και η φιλοδοξία για την συγκρότηση σύγχρονης μαζικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς δεν μπορεί να παρακάμψει το αίτημα αυτό που κρύβει μέσα του σημαντικά στοιχεία κριτικής για τις αποτυχίες και τις ήττες της αριστεράς στην σύγχρονη εποχή, καθώς και όλα τα νοήματα που σχετίζονται με τη συμμετοχή, τη συλλογικότητα, τη συγκέντρωση δύναμης και εν τέλει την ίδια την αποτελεσματικότητα.
- Ο «αδύναμος κρίκος»
Απέναντι στα αδιέξοδα της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης» και της ΕΕ απ’ την μια και της «εθνικής περιχαράκωσης» απ’ την άλλη πρέπει να αντιτάξουμε την έννοια του «αδύναμου κρίκου». Μέσα στο ανισόμερο και συνδυασμένο καπιταλιστικό σύστημα και εν προκειμένω μέσα στην ΕΕ, σε κάποιο σημείο συγκεντρώνεται, σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, εκείνο το πλήθος των αντιθέσεων που δημιουργεί την αναγκαία και ικανή συνθήκη του «αδύναμου κρίκου». Ο αδύναμος κρίκος στην ευρωπαϊκή κρίση είναι – κατά γενική ομολογία σήμερα – η Ελλάδα.
Για να λειτουργήσει ο «αδύναμος κρίκος», θα πρέπει να «σπάσει» για τους καπιταλιστές και να καταστεί ταυτόχρονα «δυνατός και επικεφαλής κρίκος» για την εργατική τάξη και την αριστερά, με διεθνή και τουλάχιστον πανευρωπαϊκή δυναμική. Άρα το σημαντικό δεν είναι η επίκλησή του αλλά εάν το περιεχόμενο της αντίστασης και της σύγκρουσης στον «αδύναμο κρίκο» μπορεί να κινητοποιήσει τους εργαζόμενους σε άλλα κράτη απέναντι στις δικές τους αστικές τάξεις και ταυτόχρονα απέναντι στις πολιτικές των διεθνικών αστικών ολοκληρώσεων στις οποίες αυτές συμμετέχουν. Αν περιεχόμενο είναι π.χ. η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας όχι μόνο δεν κινητοποιεί τους εργαζόμενους και τους λαούς άλλων ευρωπαϊκών χωρών αλλά αντίθετα αποτελεί και επίθεση εναντίον τους καθώς η αστική τάξη σε κάθε χώρα ευλόγως θα επιδιώξει προς όφελός της την επιτάχυνση της κούρσας προς τα κάτω, ενάντια στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.
Ως εκ τούτου, η θέση που αντιστοιχεί δεν είναι ούτε η υπεράσπιση του ευρώ - ταμπού, που σήμερα επιφέρει όλες τις συνέπειες του Μνημονίου, του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας και της οικοδόμησης της νεοφιλελεύθερης ΕΕ γενικά, αλλά ούτε και της δραχμής - ταμπού και της αποχώρησης από την ΕΕ καθώς κάτι τέτοιο δεν αποτελεί επαρκή προϋπόθεση για αριστερή διέξοδο με άμεσο και ορατό όφελος για την εργατική τάξη και την λαϊκή πλειοψηφία αλλά ούτε και εκπλήρωση των όρων του «αδύναμου κρίκου» ως θρυαλλίδα σ’ ένα ντόμινο εξελίξεων σ’ όλη την Ευρώπη αλλά και δυνάμει διεθνώς.
Η θέση που αντιστοιχεί είναι «το ευρώ δεν είναι ταμπού» και η αντιπαράθεσή του όχι με την δραχμή, αλλά με το «κοινωνικό κράτος» (όχι ως νοσταλγία ενός κάποιου κεϋνσιανισμού αλλά ως σύγκρουση με τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική με αξία μεταβατικού αιτήματος). Δηλαδή η προβολή στοιχείων ενός αριστερού εργατικού προγράμματος αντί για σενάρια νομισματικής πολιτικής που περιορίζονται μέσα στο πλαίσιο της αστικής νομιμότητας. Αντίστοιχα για την ΕΕ η κατεύθυνση που αντιστοιχεί είναι η μεταφορά και η όξυνση της κρίσης εντός της, με την απόρριψη των βασικών και θεμελιωδών της συνθηκών και του αντιδημοκρατικού τρόπου λειτουργίας της.
Σε όλες αυτές τις επιλογές το πιο σημαντικό είναι τι εξυπηρετεί την κίνηση και το φρόνημα της μαχόμενης κοινωνίας και πρωτίστως της εργατικής τάξης, αντικειμενικά στον αγώνα της για τους όρους της ζωής της και ιδεολογικά στην σοσιαλιστική κατεύθυνση απ’ όποιον δρόμο και αν απαιτηθεί αυτή καταρχάς να περάσει –μέσα ή έξω από την ΕΕ.
- Ευρωπαϊκή αντίσταση και συντονισμός
Η προσέγγιση του «αδύνατου κρίκου» δεν αντιφάσκει και δεν αποκλείει τον στόχο για ευρωπαϊκό συντονισμό των αντιστάσεων. Το αντίθετο προσβλέπει σ’ αυτόν καθώς αποσκοπεί στην δημιουργία όρων έμπνευσης και προοπτικής για τους ευρωπαϊκούς λαούς και την αριστερά. Πολύ περισσότερο που σήμερα οδηγούνται σε συνθήκες ανάλογες με τις ελληνικές οι λαοί της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και έπονται κι άλλοι.
Οι θέσεις του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς απέναντι στην κρίση είναι άτολμες και «αστικο - ρεαλιστικές» και δεν καταφέρνουν να διαχωριστούν επαρκώς από την αστική ατζέντα καθώς το ίδιο το διευθυντήριο της ΕΕ συζητά συχνά ανάλογες επιλογές (ευρωομόλογο, δανεισμός από ΕΚΤ κ.λ.π.) Η επέμβαση στην Λιβύη φανέρωσε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τα αδιέξοδα στρατηγικής του ΚΕΑ καθώς πολλοί ευρωβουλευτές του συμπεριλαμβανομένων των Λ. Μπίσκι και Ζ. Μελανσώ υποστήριξαν την επέμβαση.
Την ίδια ώρα γίνεται προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της Ευρωπαϊκής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς την οποία είναι σημαντικό να υποστηρίξουμε με την συμμετοχή και την συμβολή μας – πολύ περισσότερο εάν αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως τμήματα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στον (εν δυνάμει) αδύναμο ευρωπαϊκό κρίκο.
Το ζήτημα της Δημοκρατίας μπορεί να αποτελέσει κορμό για μια κοινή αντιμετώπιση στα ευρωπαϊκά ζητήματα καθώς αναδεικνύει την απολύτως αντιδημοκρατική δομή και αρχιτεκτονική της ΕΕ. Σ’ αυτή την βάση εξάλλου λειτούργησε πανευρωπαϊκά στο παρελθόν το γαλλικό «όχι» στο ευρωσύνταγμα. Μπροστά μας υπάρχουν δύο σημαντικά ραντεβού:
7 και 8 Μάη στην Μασσαλία, συνάντηση κομμάτων και οργανώσεων της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς της Μεσογείου, και 4 και 5 Ιούνη στο Λονδίνο, σύσκεψη της Ευρωπαϊκής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
- Σχετικά με το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής
Στις σημερινές –δραματικές για τον κόσμο της εργασίας και την κοινωνική πλειοψηφία – συνθήκες που δημιουργούνται από τις αποφάσεις – κατευθύνσεις της ΕΕ και επιβάλλονται από την κυβέρνηση και την Τρόικα, κανένα κόμμα ή σχηματισμός της ελληνικής αριστεράς δεν είναι σε θέση να προτείνει ηγεμονικά ένα πολιτικό σχέδιο με όρους μαζικής κοινωνικής αποδοχής και ταυτόχρονα ριζικής ανατροπής των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών προς όφελος του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Παρότι μεγάλο μέρος της αριστεράς επικαλείται την «ενότητα», στην πράξη ο κάθε πολιτικός σχηματισμός καλεί τους υπόλοιπους να υπαχθούν στην ηγεμονία του. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν αποτελεί πολιτικό σχέδιο αλλά μόνο προπαγάνδα.
Πολύ περισσότερο όταν η επίκληση της ενότητας γίνεται άκομψα και πρόχειρα, οφθαλμοφανώς χωρίς πολιτικούς όρους, μόνο υπό την πίεση του ενδεχόμενου των εκλογών όπως συμβαίνει με την «επανεκκίνηση» του ΣΥΡΙΖΑ.
Το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής (ΜΑΑ) δεν διεκδικεί το ρόλο ενός ακόμη πολιτικού σχηματισμού της αριστεράς ανταγωνιστικού προς τους υπόλοιπους. Το ΜΑΑ δηλώνει «ανοιχτό πολιτικό σχέδιο» υπό την έννοια μιας ζωντανής ανοιχτής διαδικασίας συζήτησης, όσμωσης αλλά και δράσης συλλογικοτήτων και ατόμων με επίκεντρο την προβολή και την ενίσχυση της ιδέας του «μετώπου».
Προτείνει ένα πλαίσιο κριτηρίων ως αναγκαία και ικανή βάση για την συγκρότηση «μετώπου». Ένα πλαίσιο με στόχο την ουσιαστική ενότητα σε ριζοσπαστική αριστερή κατεύθυνση, δηλαδή την μεγαλύτερη δυνατή συγκέντρωση κοινωνικής δύναμης ενάντια στο «μονόδρομο» της νεοφιλελεύθερης ΕΕ, της κυβέρνησης και της Τρόικας. Βάζει στο επίκεντρο την σημασία της κίνησης και συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα προβάλλοντας τα εργατικά και κοινωνικά αιτήματα σαν απάντηση στα οικονομικά και νομισματικά «διλήμματα».
Ως εκ τούτου το ΜΑΑ είναι πρωτίστως οι απόψεις και οι προτάσεις που έχει εκφράσει με τα κείμενα των θέσεών του. Ταυτόχρονα είναι οι συμβολικές και παραδειγματικές ενέργειές του που εντάσσονται στην προσπάθεια προβολής κριτηρίων για την οικοδόμηση της κοινής και αποτελεσματικής δράσης. Υιοθετεί οργανωτικό σχήμα με «μέλη» προκειμένου να υλοποιήσει, στο μέτρο που του αναλογεί, τα ελάχιστα μέτρα σεβασμού της δημοκρατικής λειτουργίας και συγκρότησης.
Η επιτυχία της προσπάθειας του ΜΑΑ στοχεύει σε ένα μέλλον όπου η συγκεκριμένη συλλογικότητα θα ενσωματωθεί στα πλαίσια ενός πραγματικά μαζικού Μετώπου της αριστεράς και της μαχόμενης κοινωνίας. Ενός Μετώπου με ριζοσπαστικό πολιτικό πρόγραμμα, δημοκρατικά συγκροτημένου όπου θα συμμετέχουν πλήθος συλλογικοτήτων και οργανώσεων και κυρίως πλήθος αγωνιστών /στριων που σήμερα δημιουργούν και στηρίζουν τις κοινωνικές και εργατικές αντιστάσεις. **********************************************
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου